Το 2013 είναι η χρονιά του Μνημονίου για την Κύπρο, η οποία, όχι μόνο δεν κατάφερε να μείνει ανέγγιχτη από την παγκόσμια κρίση, αλλά αντίθετα φαίνεται να την υφίσταται στην πιο βαριά μορφή της, κρίνοντας από το πρόσφατο «κούρεμα» των καταθέσεων των Κυπραίων πολιτών που πρότεινε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και το οποίο τελικά καταψηφίστηκε από την κυπριακή Βουλή. Ωστόσο, η ιστορία δεν τελείωσε εκεί, αφού, όπως αποφασίστηκε κατόπιν, το «κούρεμα» τελικά θα συμβεί, για εκείνους που έχουν καταθέσεις άνω των 100.000 Ευρώ. Μάλιστα, συζητείται σοβαρά η περίπτωση ενός «κουρέματος» της τάξεως του 60-80%! Δεν θέλει ιδιαίτερη φαντασία για να αντιληφθεί κανείς τι σημαίνουν οι παραπάνω εξελίξεις για την κυπριακή οικονομία: Ποιος μεγαλοκαταθέτης θα επιλέξει ξανά την Κύπρο; Επίσης, ανακύπτει το ερώτημα, γιατί θα πρέπει να τιμωρηθούν κατά τέτοιον τρόπο οι μεγαλοκαταθέτες, τους οποίους οι ιθύνοντες αντιμετωπίζουν συλλήβδην ως απατεώνες.
Πέρα όμως από το «κούρεμα», οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ σκοπεύουν να πιέσουν την κυβέρνηση για τη λήψη δραστικών μέτρων, που περιλαμβάνουν σημαντικές περικοπές των δημοσίων δαπανών σε όλους τους νευραλγικούς τομείς της κυπριακής κοινωνίας: Οικονομία, Υγεία, Παιδεία κ.λπ. Παράλληλα, οι εισηγήσεις της Τρόικα αφορούν και σε γενναίες μειώσεις μισθών και συντάξεων. Πιο συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά την Παιδεία, η Τρόικα προτείνει την κατάργηση σχολείων, τη συγχώνευση πανεπιστημιακών τμημάτων και την αύξηση του αριθμού μαθητών ανά τάξη, κάτι που φυσικά σημαίνει την αντίστοιχη μείωση του αριθμού των απασχολουμένων καθηγητών. Παρόμοιο σχέδιο δρομολογείται και στον τομέα της Υγείας, όπου συνιστάται η κατάργηση της δωρεάν ιατροφαρμακευτικής κάλυψης, με παράλληλη αύξηση του αριθμού των ασθενών ανά ιατρό, το οποίο και πάλι συνεπάγεται τον περιορισμό των εργαζόμενων ιατρών. Μάλιστα, οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ τόνισαν ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι κατά τόπους νοσηλευτές έχουν την ευθύνη για τέσσερις, κατά μέσο όρο, κλίνες, ενώ στην Κύπρο μόνο για δύο, αντιστοίχως.
Με βάση τις ανωτέρω πληροφορίες, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι τον κυπριακό λαό περιμένουν δύσκολες ημέρες, παρόμοιες με αυτές που έχουν ζήσει και συνεχίζουν να βιώνουν οι Έλληνες πολίτες. Σε περίπτωση που η κυπριακή κυβέρνηση υποχωρήσει και υιοθετήσει σε μεγάλο βαθμό τις προτάσεις των τροϊκανών, αναμένονται μαζικές αποκρατικοποιήσεις, που θα οδηγήσουν στη σταδιακή εξαφάνιση των δωρεάν κρατικών παροχών. Εστιάζοντας στα κυπριακά πανεπιστήμια, ο περιορισμός της κρατικής υποστήριξης πολύ πιθανόν θα επιφέρει τη συγχώνευση και κατάργηση των τμημάτων που θα θεωρηθούν περιττά και δαπανηρά –συνήθως στο στόχαστρο μπαίνουν οι ανθρωπιστικές σπουδές και οι κατώτερες σχολές. Δεν αποκλείεται εντός του επόμενου εξαμήνου να γίνουμε μάρτυρες φοιτητικών κινητοποιήσεων.
Μέσα στο ομιχλώδες τοπίο που δημιουργείται, ο νεοχρισθείς Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, δεν διστάζει να διακηρύξει ότι «στην κρίση επενδύουμε στην Παιδεία», θέτοντας ως στόχους της κυβέρνησης την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας του, αλλά και τη σύνδεση των παρεχόμενων τίτλων σπουδών με την αγορά εργασίας. Είναι βέβαιο ότι με την είσοδο της Κύπρου στην πραγματικότητα του ΔΝΤ και του Μνημονίου το μέλλον της εκεί Παιδείας κρίνεται τουλάχιστον αβέβαιο. Ωστόσο, η αυτοπεποίθηση του ηγέτη της αφήνει, ακόμα και τις δύσκολες τούτες ώρες, ανοικτή την πόρτα της αισιοδοξίας. Εμείς δεν έχουμε, παρά να του ευχηθούμε καλή τύχη στην προώθηση των κυβερνητικών του στόχων.