Ο M.C. κοιτάζει έξω από το ανοικτό παράθυρο. Είναι ένα ηλιόλουστο πρωινό. Χαμογελά: «Δεν είχα σκεφτεί ότι οι ημέρες στη Βρετανία μπορεί να έχουν ήλιο. Πάντα πίστευα ότι υπάρχει μια θεϊκή τάξη που ορίζει ότι ο καιρός πρέπει να παραμένει σκοτεινός». Ο ψυχολόγος του παραμένει ήρεμος, κρατώντας σημειώσεις και ακούγοντας προσεκτικά. Ο M.C. συνεχίζει να κοιτάζει έξω ανέκφραστα. Η απαλή και υπομονετική φωνή του ψυχολόγου ενεργοποιεί την ακοή του. «Σε απασχολεί κάτι;» Ο M.C. δεν αντιδρά, ανάγκαζοντάς τον θεραπευτή του να επαναλάβει. Τελικά, ο M.C. στρέφει το κεφάλι του, παραμένοντας ανέκφραστος. Σπάει τη σιωπή ὐστερα από λίγο: «Πραγματικά, δεν μπορώ άλλο».
Η περίπτωση του M.C. δεν είναι μοναδική. Σύγχρονες έρευνες δείχνουν ότι μεγάλος αριθμός ντόπιων και ξένων φοιτητών στα Πανεπιστήμια του Ηνωμένου Βασιλείου αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών, αλλά και των μεταπτυχιακών προγραμμάτων τους. Η ψυχολογική διαταραχή δεν φαίνεται να έχει συγκεκριμένη προτίμηση σε κάποιο επιστημονικό πεδίο, καθώς τα θύματά της προέρχονται από όλες τις πιθανές ειδικότητες: Φιλολογία, Ιατρική, Νομική, Πολιτικές Επιστήμες, Χημεία, Πολυτεχνείο, κ.ά. Είναι επίσης αξιοπρόσεκτο ότι ο αριθμός των φοιτητών που παρουσιάζουν ελαφρές ή βαριές μορφές ψυχικής διαταραχής, όπως κατάθλιψη, εμφανίζεται πολύ μεγαλύτερος στο Ηνωμένο Βασίλειο, εν σχέσει με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Υπάρχει εξήγηση γι’ αυτή την κατάσταση; Ο M.C. ομολογεί: «Έπαθα νευρικό κλονισμό στην Αγγλία. Πάντα υπήρξα εργατικός. Ποτέ δεν φοβόμουνα να μελετήσω περισσότερο ή να προσπαθήσω πολύ σκληρά για να επιτύχω τους στόχους μου». Σταματά. Ο ήλιος συνεχίζει να λάμπει. «Παρόλα αυτά, όταν ήρθα στη Βρετανία για να σπουδάσω Ιατρική, συνειδητοποίησα ότι το Εκπαιδευτικό σύστημα εδώ με έβλεπε σαν προϊόν, σαν μια ασήμαντη μονάδα που πληρώνει τεράστια ποσά και που μια μέρα θα εξαφανιστεί. Ζω μέσα σ’ ένα κλειστοφοβικό δωμάτιο, δουλεύοντας κυριολεκτικά 24 ώρες την ημέρα, χωρίς να παίρνω εύσημα για τη σκληρή δουλειά μου από κανέναν».
Τα προγράμματα σπουδών στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν γίνει ενδεχομένως πολύ απρόσωπα και αφάνταστα ακριβά, είναι όμως μόνο αυτές οι αιτίες; «Τα βρετανικά Πανεπιστήμια δεν διαθέτουν στην πραγματικότητα μηχανισμούς στήριξης των φοιτητών που πάσχουν από ψυχικά νοσήματα», ξεκαθαρίζει ο ψυχολόγος του M.C. «Κοινώς, οι φοιτητές που αντιμετωπίζουν προβλήματα τέτοιας υφής έχουν δύο επιλογές: Είτε να ψάξουν για βοήθεια έξω από το χώρο του Πανεπιστημίου, είτε να κλείσουν το στόμα τους και να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους μόνοι τους». Ο M.C. διακόπτει: «Έπρεπε να θυσιάζω 2 με 3 ώρες μελέτης για να έρχομαι εδώ και να μιλώ με τον ψυχολόγο μου. Με έχει βοηθήσει πραγματικά στο να πολεμήσω τους δαίμονές μου, θα ήταν όμως πολύ πιο βολικό αν είχα παρόμοια βοήθεια μέσα ή κοντά στην πανεπιστημιακή εστία».
Η συνάντηση ολοκληρώνεται και ο καιρός συννεφιάζει. «Η θεϊκή τάξη που σας έλεγα!» φωνάζει ο M.C., γελώντας. Ηρεμεί αμέσως. «Αν μπορούσα να ξαναρχίσω, δεν θα επέλεγα με τίποτα τη Βρετανία για να σπουδάσω. Η φήμη της σίγουρα ξεπερνά την πραγματικότητα. Ίσως και σε άλλες μεγαλόσχημες χώρες, όπως είναι οι ΗΠΑ και νησιά Κέυμαν, να συμβαίνουν τα ίδια πράγματα». Προβαίνει σε μια τελευταία παρατήρηση καθώς κοιτά τα κορδόνια των παπουτσιών του: «Πραγματικά δεν ξέρω πια».