To 1989 ήταν μια σημαδιακή χρονιά για τη Βουλγαρία. Η πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, μιας μορφής εξουσίας κατά το μάλλον ή ήττον απολυταρχικής, έδωσε την ελπίδα ότι ξεκινούσε μια νέα εποχή για την ταλαιπωρημένη χώρα των Βαλκανίων. Παρόλα αυτά, στον νευραλγικό τομέα της παιδείας, η αλλαγή άργησε να έρθει. Έντρομες οι εκάστοτε κυβερνήσεις έβλεπαν χρόνο με τον χρόνο το ΑΕΠ της χώρας τους να πέφτει, παρότι γίνονταν φιλότιμες προσπάθειες για την ανασυγκρότηση όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης. Η παιδεία πληττόταν. Τόσο προβληματική παρουσιαζόταν η κατάσταση, ώστε στις αρχές του 21ου αιώνα άρχισαν να πληθαίνουν οι φωνές που ουσιαστικά νοσταλγούσαν την παλαιά τάξη των πραγμάτων.
Εν τούτοις, το 2006, μία νέα πνοή δόθηκε στον χώρο της βουλγάρικης παιδείας, καθώς φοιτητές της γείτονας χώρας, που είχαν αρχίσει να κατασκευάζουν την πρώτη γενιά Οικιακών Υπολογιστών στα τέλη της δεκαετίας του ’90, προσέλκυσαν το ενδιαφέρον της γνωστής εταιρείας Hewlett Packard, οι άνθρωποι της οποίας, εντυπωσιασμένοι από τα επιτεύγματα των σπουδαστών, ίδρυσαν ένα παγκόσμιο κέντρο υποστήριξης στη Σόφια. Τα επόμενα χρόνια, υπολογίζεται ότι περίπου 4,000 από τους νέους υπαλλήλους της HP προήλθαν από τα τρία βουλγάρικα πανεπιστήμια με τα οποία συνεργάστηκε η εταιρεία.
Η παραπάνω εξέλιξη θα αρκούσε για να ζωγραφιστεί ένα πλατύ χαμόγελο στους Βούλγαρους πολιτικούς, μολαταύτα υπήρχε και συνέχεια στα επιτεύγματα της εκεί παιδείας: Η κατασκευή του πρωτοποριακού διαδικτυακού συστήματος αξιολόγησης των βουλγάρικων πανεπιστημίων, ονόματι “Bulgarian University Ranking System”. Το πρόγραμμα, έμπνευση του τωρινού υπουργού παιδείας της χώρα, Σεργκέι Ιγκνάτοβ, εγκαινιάστηκε το 2010 και έχει ήδη δημιουργήσει θετικότατες εντυπώσεις σε παγκόσμια κλίμακα.
Τι μπορεί να καταφέρει, λοιπόν, ο ενδιαφερόμενος φοιτητής με την αξιοποίηση του εν λόγω προγράμματος; Ουκ ολίγα: να δει το ποσοστό απορροφητικότητας των αποφοίτων από κάθε ένα ίδρυμα ξεχωριστά στην αγορά εργασίας (μόνο εντός Βουλγαρίας προς το παρόν), να διαπιστώσει την ποιότητα των εγκαταστάσεων κάθε πανεπιστημίου (βιβλιοθήκες, εργαστήρια, κ.λπ.), όπως επίσης και την αντίστοιχη του ακαδημαϊκού προσωπικού. Επίσης, ο χρήστης μπορεί να συγκρίνει προγράμματα και να εξαγάγει πολλά χρήσιμα συμπεράσματα. Τέλος, είναι αυτονόητο ότι μέσα από την εξέταση της βάσης δεδομένων προωθείται και μια διαδικασία αξιολόγησης των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Με τα λόγια του Ιγκνάτοβ: «Τον επόμενο χρόνο, ίσως θα αρχίσουμε να περικόπτουμε τη χρηματοδότηση των κακών ιδρυμάτων».
Πού οφείλεται, άραγε, η επιτυχία του “B.U.R.S.”; Είναι ένα ερώτημα που μπορεί να απαντηθεί πολλαπλώς: Στον πρωτοποριακό του χαρακτήρα, τόσο σε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο, στην πολύπλευρη εξυπηρέτηση που προσφέρει στον χρήστη και, το σημαντικότερο ίσως, στο γεγονός ότι η αξιολόγηση των βουλγάρικων ιδρυμάτων στηρίζεται σε αντικειμενικά (απορρόφηση αποφοίτων, ποιότητα προσωπικού και εγκαταστάσεων) και όχι υποκειμενικά (π.χ. «φήμη» του πανεπιστημίου) κριτήρια. Με λίγα λόγια, πρόκειται για μια πρωτοβουλία που μπορεί να συνοψιστεί σε μία απλή φράση: Ένα τεράστιο βουλγάρικο επίτευγμα.