Για να μπορέσει κάποιος να αρχίσει την ειδικότητά του στη Μεγάλη Βρετανία, πρέπει καταρχήν να πληροί δύο προϋποθέσεις. Η πρώτη αυτονόητη προϋπόθεση είναι να έχει αποφοιτήσει από μια ιατρική σχολή. Δεν είναι απαραίτητο η σχολή αυτή να βρίσκεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως θα δούμε και στη συνέχεια.
Η δεύτερη, είναι η εγγραφή σε ένα προκαταρκτικό πρόγραμμα, το λεγόμενο Foundation Program. Κατά τη διάρκεια του πρώτου χρόνου (F1), οι συμμετέχοντες εκπαιδεύονται βάσει ενός ενιαίου εθνικού προγράμματος σπουδών, ενώ στο τέλος του έτους μπορούν να εγγραφούν στον Ιατρικό Σύλλογο (GMC). Στο F1 έτος γίνονται 3μηνες - 4 μηνες θέσεις εργασίας στην παθολογία, χειρουργική και άλλες ειδικότητες.
Για να προχωρήσει κάποιος στο δεύτερο έτος (F2), πρέπει να βρει κενές θέσεις και να κάνει αίτηση. Οι διαθέσιμες θέσεις F2 (stand alone posts) ανακοινώνονται στα sites των Deaneries (τοπικών οργανισμών του βρετανικού Εθνικού Συστήματος Υγείας για θέματα εκπαίδευσης) και στο http://www.jobs.nhs.uk (ιδιαίτερα από Φεβρουάριο έως Μάιο). Κατά το δεύτερο έτος, οι συμμετέχοντες αξιολογούνται στον εργασιακό τους χώρο με βάση ορισμένα κριτήρια ώστε, μετά το τέλος του F2, να μπορούν να κάνουν μια ηλεκτρονική αίτηση για θέση σε ολοκληρωμένο πρόγραμμα ιατρικής ειδικότητας(Training programmes). Ένα κανονικό F2 έτος αποτελείται από τρεις διαφορετικές θέσεις διάρκειας 4 μηνών.
Σημαντικό είναι το γεγονός ότι οι πτυχιούχοι Ιατρικής από Πανεπιστήμιο της Ε.Ε. δεν κάνουν αίτηση για το πρώτο έτος του Foundation Program. Οι πτυχιούχοι μπορούν να κάνουν άμεσα πλήρη εγγραφή στον Ιατρικό Σύλλογο. Οδηγίες σχετικά με την αίτηση και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την πλήρη εγγραφή στο GMC, μπορούν να βρεθούν στην ιστοσελίδα του GMC (http://www.gmc-uk.org/) και ειδικά στην ενότητα Registration and licensing. Ο χρόνος διεκπεραίωσης της εγγραφής είναι περίπου 1 – 2 μήνες, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να φθάσει και τους έξι μήνες.
Αμέσως μετά, μπορεί να αρχίσει η εγγραφή σε κάποιο πρόγραμμα ειδικότητας (Run – Through Specialty Training). Η περίοδος κατά την οποία γίνονται κατά κανόνα οι αιτήσεις σε θέσεις ειδικότητας είναι από την αρχή έως το τέλος Δεκεμβρίου. Η συνολική διάρκεια της εκπαίδευσης καθορίζεται από το Royal College της αντίστοιχης ειδικότητας (4 – 7 χρόνια). Κάθε πρόγραμμα έχει το δικό του πρόγραμμα σπουδών, εγκεκριμένο από το Postgraduate Medical Education Training Board - PMETB, σύμφωνα με το οποίο αξιολογούνται όλοι οι ειδικευόμενοι ιατροί. Ύστερα από επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος ειδικότητας (run through Specialist Training), οι ιατροί λαμβάνουν το CCT (Certificate of Completion of Training= Πιστοποιητικό Ολοκλήρωσης Ειδικότητας) και έχουν πλέον το δικαίωμα να κάνουν αίτηση για την ανώτατη ιατρική θέση Consultant (διευθυντής τμήματος).
Όμως, από το 2009, το «run-through» πρόγραμμα μπορεί να εφαρμοστεί μόνο σε συγκεκριμένες ειδικότητες. Για κάποιες άλλες, ισχύει το “Uncoupled” training programme, ένα πιο ελαστικό πρόγραμμα απόκτησης ειδικότητας. Με βάση αυτό, ο ειδικευόμενος γιατρός πρέπει να κάνει 2 χρόνια βασικής εκπαίδευσης (για κάποιες ελάχιστες ειδικότητες 3 χρόνια) σε ένα βασικό κορμό ειδικότητας (Specialty Core Training). Τα δύο αυτά χρόνια είναι τα CT1 και CT2. Μετά από το τέλος του C2, ο ειδικευόμενος μπορεί, έπειτα από διαγωνισμό, να περάσει απευθείας στο 3ο έτος ενός συμβατικού προγράμματος ειδικότητας (ST3). Το πλεονέκτημα του «uncoupled» προγράμματος είναι πως όποιος το επιλέγει μπορεί να αναθεωρήσει αργότερα την επιλογή της ειδικότητάς του, για να μπει όμως στο ST3 πρέπει να ξαναϋποβάλλει αίτηση. Στην εικόνα που ακολουθεί απεικονίζονται σχηματικά οι 2 επιλογές (Run – Through Specialty Training και“Uncoupled” training programme).
Στον παρακάτω πίνακα απαριθμούνται οι ειδικότητες που προσφέρονταν στους ενδιαφερομένους μέσω προγραμμάτων run-through training και εκείνες που προσφέρονταν μέσω uncoupling, κατά την περασμένη χρονιά.
Εναλλακτικές
Οι ιατροί που δεν γίνονται αποδεκτοί σε πρόγραμμα ιατρικής ειδικότητας, αλλά πληρούν τα τυπικά προσόντα, μπορούν να κάνουν αίτηση για ‘θέσεις ιατρικής ειδικότητας ορισμένου χρόνου’ (FTSTA-Fixed term specialty training appointments). Αφορούν θέσεις επιπέδου ST1 και ST2 και όσοι τα επιλέγουν εργάζονται στη βάση μονοετών – το ανώτερο – συμβολαίων. Μετά τη λήξη του συμβολαίου (ή των συμβολαίων), οι γιατροί μπορούν να κάνουν αίτηση για εισαγωγή σε πρόγραμμα ειδικότητας και σε περίπτωση επιτυχούς ολοκλήρωσης του FTSA, να ενταχθούν σε επίπεδο υψηλότερο από το ST1.
Μία άλλη δυνατότητα που υπάρχει, είναι τα λεγόμενα Career Posts. Πρόκειται για θέσεις εργασίας αποκλειστικά στη δευτεροβάθμια περίθαλψη που δεν συνιστούν όμως θέση εξάσκησης σε ιατρική ειδικότητα. Προϋπόθεση για τη συμμετοχή σε Career Post είναι η ολοκλήρωση μεταπτυχιακής εκπαίδευσης 4 ετών (F1+ F2+ST1+ST2).
Οι Έλληνες πτυχιούχοι μπορούν να γίνουν δεκτοί και σε άλλες θέσεις (εκτός φυσικά από τις άμισθες θέσεις παρατηρητή ‘Clinical Attachment’, για τις οποίες δε χρειάζεται εγγραφή στο GMC). Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν οι θέσεις LAS (Locum appointment for Service), με βάση τις οποίες ο ενδιαφερόμενος μπορεί να έχει την ιδιότητα του Trust Grade Doctor και να ασκεί τα καθήκοντά του σε μια θέση εργασίας περιορισμένης διάρκειας, χωρίς επίσημο πρόγραμμα εκπαίδευσης. Υπάρχουν όμως και οι θέσεις LAΤ (Locum appointment for Training), οι οποίες ανάλογα με το Deanery μπορεί να προσμετρώνται στη βασική εκπαίδευση του χρόνου ειδικότητας γιατί παρέχουν και εκπαίδευση (Training). Γιατί κάποιος να επιλέξει μια θέση LAS ή LAT; Όπως αναφέρεται και στην ιστοσελίδα Medical Careers του βρετανικού Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS), «μπορεί να αποφασίσετε να κάνετε την εργασία Locum για πολλούς λόγους. Μετά τo Foundation Program μπορεί να αισθανθείτε ότι θα θέλατε κάποιον επιπλέον χρόνο πριν αποφασίσετε ποια ειδικότητα θα ακολουθήσετε. Οι εκπαιδευόμενοι στην ειδικότητα, μπορεί επίσης να θέλουν να κάνουν ένα διάλειμμα π.χ. ανάμεσα στην Core Training και στο ST3…».